της Ιωάννας Σουφλέρη

για το βιβλίο: Richard P. Feynman, Απολύτως εύλογες παρεκκλίσεις από την πεπατημένη

«Αγαπητέ Francis,
Λυπάμαι που αναγκάζομαι να το κάνω, αλλά σου επιστρέφω το άρθρο αδιάβαστο. Το πρόγραμμά μου τελευταία είναι τέτοιο ώστε δεν θέλω να βαλτώσω διαβάζοντας τη θεωρία κάποιου άλλου, πιθανόν να αποδεικνυόταν θαυμάσια και τότε θα είχα κάτι άλλο που θα έπρεπε να σκέφτομαι.
Ειλικρινά,
Richard Ρ. Feynman»

«Αγαπητέ Dick,
Και εγώ το ίδιο θα έκανα! Η έκφραση που συνηθίζεται στους κύκλους της Μοριακής Βιολογίας οφείλεται στον Frank Stahl: “Μη μου πεις —ίσως αρχίσω να το σκέφτομαι!”.
Πάντα δικός σου,
Francis Crick, Διακεκριμένος Καθηγητής Ερευνας Κieckhefer, Ινστιτούτο Salk»

Η παραπλεύρως αλληλογραφία μεταξύ δύο κορυφαίων επιστημόνων του 20ού αιώνα, του Φράνσις Κρικ και του Ρίτσαρντ Φάινμαν, είναι ένα πολύ μικρό δείγμα των όσων μπορεί κανείς να διαβάσει στο βιβλίο Απολύτως εύλογες παρεκκλίσεις από την πεπατημένη. Οι επιστολές του Richard Ρ. Feynman, που μόλις κυκλοφόρησε. Αν και ογκώδες, το έργο περιλαμβάνει ένα μικρό σχετικά μέρος της αλληλογραφίας του Φάινμαν. Η επιλογή των επιστολών έγινε από την κόρη του Μισέλ και αφορά όλες τις περιόδους και όλους τους τομείς της ζωής του. Περιέχει δε επιστολές από και προς τον Φάινμαν. Έτσι, μαζί με τους επιστήμονες βρίσκουμε τη θεία του που συγχαίρει για το Νομπέλ, τη θαυμάστρια και τους πρώην συμμαθητές, αγνώστους επιστήμονες που του ζητούν συμβουλές. Φυσικά και υπάρχουν επιστολές της μητέρας του, αλλά και των γυναικών της ζωής του. Φυσικά και υπάρχουν ενοχλητικές επιστολές ή επιστολές που τον ξαφνιάζουν. Με άλλα λόγια, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αυτού παρελαύνει η ζωή του κορυφαίου φυσικού και μάλιστα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Επιτρέψτε μου να ομολογήσω ότι προτού διαβάσω αυτό το βιβλίο νόμιζα ότι «ήξερα» τον Φάινμαν που είναι από τους αγαπημένους μου επιστήμονες (αμέσως μετά τον Δαρβίνο!). Ήξερα για τη σταδιοδρομία του, για την αγάπη του για τη μουσική αλλά και το πάθος του με τους γρίφους και τις κλειδαριές. Είχα σχηματίσει μια ιδέα για την προσωπικότητά του διαβάζοντας γι΄ αυτόν. Διαπίστωσα όμως πως τίποτε δεν μπορεί να είναι τόσο αποκαλυπτικό του χαρακτήρα ενός ανθρώπου όσο η αλληλογραφία του. Μια βιογραφία εξ ορισμού εμπεριέχει τον υποκειμενισμό του συγγραφέα (ακόμη και αν είναι αυτοβιογραφία). Η αλληλογραφία όμως είναι η γυμνή αλήθεια μιας δεδομένης στιγμής και με τον πιο λιτό τρόπο αποκαλύπτει τον άνθρωπο που βρίσκεται πίσω της.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι τρεις απαντήσεις του Φάινμαν σε επιστολές της επίμονης κυρίας Levitan η οποία ήθελε να τον συμπεριλάβει σε βιβλίο με τίτλο «Εβραίοι βραβευθέντες με το βραβείο Νομπέλ»: με την πρώτη ευγενική και σύντομη επιστολή την πληροφορεί ότι «σε ηλικία 13 ετών προσηλυτίστηκα σε μη εβραϊκές θρησκευτικές απόψεις». Όταν αυτή η απάντηση δεν αρκεί για να αποτρέψει την επίδοξη συγγραφέα, ο Φάινμαν σε μια μακροσκελή επιστολή της εξηγεί πόσο επικίνδυνο είναι να θεωρεί κανείς ότι «οι άνθρωποι εβραϊκής καταγωγής έχουν κληρονομήσει τα πολύτιμα στοιχεία τους από τον λαό τους» και πως «Τέτοιες θεωρητικές απόψεις χρησιμοποιήθηκαν από τον Χίτλερ». Όταν όμως φτάνει και τρίτη επιστολή (για αντιστοίχου ύφους άρθρο αυτή τη φορά) και ο Φάινμαν πείθεται πως τα επιχειρήματά του χτύπησαν στον τοίχο του θρησκευτικού φανατισμού, γίνεται κοφτός και δεν χάνει πια τον χρόνο του: παραπέμπει την κυρία Levitan στην προηγούμενη επιστολή του για να καταλάβει «γιατί δεν επιθυμώ να συνεργαστώ μαζί σας στη νέα σας περιπέτεια στην προκατάληψη».

Στις σχεδόν τρεις σελίδες που καταλαμβάνει η αλληλογραφία των δύο στο βιβλίο (μέρος της 278, 279, 280 και μέρος της 281) καταλαβαίνουμε για τον Φάινμαν όσα δεν θα είχαμε καταλάβει σε ολόκληρο τόμο βιογραφίας του. Και με το πρόσθετο μπόνους μιας γραφής γεμάτης με το ιδιαίτερο χιούμορ και τη σπιρτάδα ενός από τα λαμπερότερα πνεύματα του περασμένου αιώνα.


Το Βήμα της Κυριακής, 7 Δεκεμβρίου 2008